papadakos
 
Του Ιωακειμ Γρυσπολακη*

Η χώρα μας διέρχεται τη μεγαλύτερη κρίση αξιών και έλλειψης στόχων των τελευταίων 36 ετών. Θα πρέπει όλοι να προβληματιστούμε για τους δύο πυλώνες, πάνω στους οποίους δομήθηκε η μεταπολιτευτική Δημοκρατία μας, δηλαδή αυτούς της ανοχής της παραβατικότητας και της παροχολογίας. Θα πρέπει να θέσουμε στόχο την αντικατάστασή τους από αυτούς της εργατικότητας, της αξιοκρατίας και της δικαιοσύνης. Βέβαια, όπως αναφέρει ο κ. Σ. Κασιμάτης στο φύλλο της 19ης/12/2010 της «Καθημερινής», τα χαρακτηριστικά της φυλής μας δεν επιτρέπουν μεγάλες αποκλίσεις από τη σημερινή πραγματικότητα. Θεωρήθηκε προοδευτισμός η ανυπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους, στο όνομα μιας δήθεν απαλλαγής από τον συντηρητισμό της αστικής τάξης, όπως επίσης θεωρήθηκε προοδευτική πολιτική η ανοχή της διάλυσης των πανεπιστημίων με τη μετατροπή τους σε προπύργια κατάλυσης των ακαδημαϊκών αξιών.

Εξαπάτηση της κοινωνίας αποτελεί η άρνηση εκ μέρους πολλών φοιτητών για εντατική συμμετοχή στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι, αλλά και η εκ μέρους των οργάνων διοίκησης των πανεπιστημίων άρνηση των αλλαγών. Ας μην ξεχνάμε ότι από τους φόρους των ενεργών πολιτών αμείβονται οι εργαζόμενοι, πληρώνονται οι υποδομές, τα συγγράμματα και τα συσσίτια. Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι εμείς οφείλουμε στην κοινωνία και όχι η κοινωνία σε εμάς. Το αντίθετο οδηγεί σε αδιέξοδα, αφού θα πρέπει εκείνοι που το ισχυρίζονται να μας απαντήσουν ποιος θα εργαστεί για να παράξει πλούτο, ώστε να μας δώσει η κοινωνία τα δήθεν οφειλόμενα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό χρηματοδότησης των ΑΕΙ είναι 1,4% του ΑΕΠ στην Ελλάδα έναντι 1,1% του μέσου όρου της Ε.Ε. Συγχρόνως, στα ΑΕΙ εισέρχεται το 94,92% των αποφοίτων των Λυκείων έναντι 17-40% στις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ, ενώ στην ηλικία των 20-24 ετών το ποσοστό συμμετοχής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση παραμένει υπερβολικά υψηλό, αφού επιτρέπεται η συνέχιση των σπουδών για πολλά χρόνια, ακόμη και σε άτομα που ουσιαστικά απέχουν από αυτές, υπερβαίνοντας το 73%, όταν στις υπόλοιπες χώρες είναι περίπου στο 35%. Αποτέλεσμα αυτού είναι να στερείται η χώρα μας τεχνικού και εργατικού δυναμικού, ενώ την ίδια στιγμή οι αποφοιτούντες από τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ έχουν, κατά κανόνα, χαμηλό επίπεδο δεξιοτήτων, που τους καθιστά μη ανταγωνιστικούς στη διεθνή αγορά εργασίας, και δημιουργούν ένα προλεταριάτο που πιέζει για πρόσληψη στο Δημόσιο.

Επιπλέον, επισημαίνω την περιθωριοποίηση χιλιάδων νέων, οι οποίοι φοιτούν σε δεκάδες Τμημάτων, που στερούνται γνωστικού αντικειμένου, τα οποία ιδρύθηκαν μετά το 1999 για να βολέψουν τις τοπικές κοινωνίες και θα έπρεπε να είχαν καταργηθεί την επομένη της ιδρύσεώς τους.

Οσον αφορά στις προτεινόμενες αλλαγές του νομικού πλαισίου του 1982, που διέπει τα ΑΕΙ, εντύπωση προκαλεί η αρνητική στάση των Συγκλήτων όλων σχεδόν των πανεπιστημίων. Αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων και της ίδιας νοοτροπίας με τους συνδικαλιστές των ΔΕΚΟ.

Τα ΑΕΙ κατά κανόνα διοικούνται κάτω από τη δικτατορία των ισχυρών μειοψηφιών των συντεχνιών των μετριοτήτων, οι οποίες επιβάλλονται δυναμικά. Γνωστά τα παραδείγματα πρυτανειών, οι οποίες ψηφίστηκαν από τη μειοψηφία των μελών ΔΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι οι αλλαγές πρέπει να γίνουν άμεσα και οι άριστοι να εμπλακούν στην προσπάθεια εξυγίανσης και ανόρθωσης του πανεπιστημίου. Η κυβέρνηση θα πρέπει με θάρρος, αφήνοντας κατά μέρος το πολιτικό κόστος, να συρρικνώσει τα Ιδρύματα σε λογικά επίπεδα, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις αντοχές της χώρας. Το 94,92% των ετησίως εισερχομένων στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ θα πρέπει να μειωθεί δραστικά. Οι φοιτητές πρέπει να απεμπλακούν από τη διοίκηση των Ιδρυμάτων και την εκλογή οργάνων και να αφοσιωθούν στα φοιτητικά τους καθήκοντα. Θα πρέπει να αντιληφθούν ότι εισάγονται σε αυτά για να αφοσιωθούν στις σπουδές τους, αφομοιώνοντας το μέγιστο δυνατό ποσοστό γνώσεων και δεξιοτήτων που τους παρέχουμε, να αποφοιτήσουν στον κανονικό χρόνο σπουδών και να ετοιμαστούν για την περιπέτεια της ζωής. Οι προτάσεις που κατέθεσα τον Μάρτιο 2010 είναι συγκεκριμένες και μπορούν να αποτελέσουν μια βάση, αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση και πολιτικό θάρρος. Θέλω να πιστεύω ότι τόσο η υπουργός Παιδείας όσο και ο πρωθυπουργός είναι αποφασισμένοι να προβούν άμεσα στις απαιτούμενες αλλαγές, αφού αν εκείνοι ολιγωρήσουν, τότε επώδυνες λύσεις θα επιβληθούν από τους δανειστές μας (ΔΝΤ και Ε.Ε.).

Την προσπάθεια για την ανάκαμψη δεν θα την επιχειρήσουν οι άλλοι, αλλά εμείς όλοι. Οποιος δεν μπορεί να ακολουθήσει ας παραμερίσει για να διαβούν οι υπόλοιποι. Θα πρέπει, τέλος, να αντιληφθούμε ότι αν συνεχίσουμε να είμαστε οπαδοί της ήσσονος προσπάθειας, θα φθάσουμε σύντομα σε ένα τέλμα, αν δεν έχουμε ήδη βουτήξει σε αυτό.

* Ο κ. Ιωακείμ Γρυσπολάκης είναι καθηγητής και πρώην πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης.




Leave a Reply.